Η αντιμετώπιση μιας κύστης ωοθήκης, όπως είπαμε και προηγουμένως, απαιτεί συχνή παρακολούθηση από τον γυναικολόγο και εξατομικευμένη προσέγγιση-αντιμετώπιση.
Αυτό σημαίνει ότι η αντιμετώπιση εξαρτάται και από άλλους παράγοντες όπως το μέγεθος της κύστης, η ένταση των συμπτωμάτων, η ηλικία της ασθενούς, το ιατρικό ιστορικό της και η συνολική εικόνα της κύστης.
Μερικές από τις θεραπείες που προτείνονται περιλαμβάνουν:
- Τη λήψη φαρμάκων για τη μείωση της συμπτωματολογίας.
- Χειρουργική επέμβαση μέσω λαπαροσκόπησης για πιο απλές κύστεις.
- Χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση της κύστης ή ολόκληρης της ωοθήκης μέσω λαπαροτομίας σε περιπτώσεις που οι κύστεις είναι μεγάλες ή ύποπτες για την εμφάνιση καρκίνου.
Πιο συγκεκριμένα, η λήψη αντισυλληπτικών χαπιών δεν εξαφανίζει τις κύστεις όμως μειώνει σημαντικά την πιθανότητα εμφάνισης περαιτέρω κύστεων στις ωοθήκες.
Η λαπαροσκόπηση από την άλλη πλευρά είναι μέθοδος αφαίρεσης κύστεων στην ωοθήκη και ανήκει στις ελάχιστα επεμβατικές μεθόδους χειρουργικής (Minimally Invasive Surgery).
Η διαδικασία είναι απλή χωρίς τη δημιουργία πολλών τομών. Τέλος, η λαπαροτομία πραγματοποιείται συνήθως σε προχωρημένες καταστάσεις κύστεων ωοθηκών που δημιουργούν μεγάλο πρόβλημα ή έχουν καρκινική προδιάθεση.